μυθογραφικός

μυθογραφικός
-ή, -ό [μυθογράφος]
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μυθογράφο ή στη μυθογραφία.
επίρρ...
μυθογραφικώς και -ά
με μυθογραφικό τρόπο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”